- δοξαστικοί
- δοξαστικόςforming opinionsmasc nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
δοξολογία — Τύπος χριστιανικής προσευχής με τον οποίο δοξάζεται o Θεός με λόγους ή με ύμνους. Ο τύπος αυτός προσευχής είναι αρχαιότατος· με αυτόν οι χριστιανοί μιμήθηκαν την ιουδαϊκή συνήθεια να επισφραγίζουν κάθε λειτουργική ευχή με δ. του τριαδικού Θεού.… … Dictionary of Greek
ευφημία — Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ε. η μεγαλομάρτυρας. Πέθανε με μαρτυρικό θάνατο επί Διοκλητιανού. Η μνήμη της τιμάται στις 16 Σεπτεμβρίου. 2. Ε. η μάρτυρας. Η μνήμη της τιμάται στις 4 Ιανουαρίου. * * * η (ΑΜ εὐφημία) [εύφημος]… … Dictionary of Greek